Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2013

Κοινός Θνητός


Πριν λίγες μέρες είχα πάει για τρέξιμο σε μια διαδρομή που κάνω από παιδάκι. Ξεκίνησα από τον Άγιο Στέφανο και έφτασα μέχρι τη λίμνη του Μαραθώνα ακολουθώντας ένα μονοπάτι, δίπλα σε χώρο που μοιάζει περισσότερο με δρυμό, παρά με μέρος είκοσι χιλιόμετρα μακριά από την Αθήνα. Κάποια στιγμή σταμάτησα σε ένα ύψωμα και, όπως έκανα πάντα, κάθισα να αγναντέψω το τοπίο. Ακριβώς απέναντί μου είδα τις πράσινες πλαγιές γεμάτες διάσπαρτα πεύκα και βράχια. Στη λίμνη μπροστά μου καθρεφτίζονταν οι απέναντι λόφοι και τα λιγοστά σύννεφα του ουρανού. Όλα όσα έβλεπα, εκτός ίσως από κάποιες μικρές αλλαγές, θα πρέπει να προϋπήρχαν εκεί χιλιάδες χρόνια πριν από μένα. Φαντάζομαι θα είναι τα ίδια μετά από άλλες τόσες χιλιάδες χρόνια, όταν δεν θα υπάρχω.
Τι είναι όμως εκείνο που κάλεσε έναν θνητό σαν εμένα , από την ανυπαρξία , για να απολαύσει ένα τόσο όμορφο θέαμα για ένα τόσο σύντομο χρονικό διάστημα; Ίσως πριν από εκατοντάδες χρόνια και κάποιος άλλος να είχε σταματήσει στο ίδιο σημείο και να είχε κοιτάξει με το ίδιο δέος τον ήλιο να ανατέλλει και να φωτίζει τα πάντα με αυτό το απαλό τριανταφυλλί χρώμα . Σίγουρα και αυτός θα είχε γεννηθεί από έναν άντρα και μια γυναίκα και θα είχε ζήσει πολλές στιγμές χαράς, λύπης, ευχαρίστησης ή και πόνου όπως και εγώ.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως αυτός δεν ήταν εγώ όπως και εγώ δεν είμαι αυτός. Τι είναι από αυτό τον Εαυτό που μπορεί να είναι δικό μου; Ποια είναι η αναγκαία συνθήκη για να συλληφθεί κάτι τέτοιο από μένα για μένα και όχι για κάποιον άλλο; Ποιο σαφές, κατανοητό νόημα μπορεί να έχει αυτός ο άλλος; Αν οι γονείς μας δεν είχαν συνευρεθεί ή ακόμη και οι πρόγονοί μας, πως θα μπορούσαμε εμείς να έχουμε υπάρξει;
Μήπως ζούσαμε μέσα στον πατέρα του πατέρα μας και τη μητέρα της μητέρας μας εδώ και χιλιάδες χρόνια; Και αν είναι έτσι, τότε γιατί δεν είμαστε τα αδέρφια μας ή κάποιος από τους μακρινούς μας ξαδέρφους; Τελικά, τι είναι αυτό που μας κάνει διαφορετικούς από 'κάποιον άλλο';
Πριν πολύ καιρό είχα διαβάσει ένα βιβλίο Ζεν που έλεγε 'Είμαι η ανατολή και η δύση , είμαι το πάνω και το κάτω, είμαι ο κόσμος ολάκερος'. Με άλλα λόγια 'Εν τω παν' όπως ισχυρίζονταν και ο αγαπημένος μου Παρμενίδης, από τους πρώτους που μίλησε για την ολότητα όλων των πραγμάτων στο όνομα του Όντος.
Όταν πέφτουμε για ύπνο ξυπνάμε και είμαστε πάλι εμείς. Αν συγκρίνουμε το χρόνο του ονείρου μας με το χρόνο της ζωής μας θα βρούμε κάτι απειροστά μικρό. Το ίδιο θα βρούμε αν συγκρίνουμε το χρόνο της ζωής μας με το χρόνο της ανθρωπότητας. Ποιος μας λέει λοιπόν πως δεν κοιμόμαστε όταν πεθαίνουμε και δεν ξυπνάμε πάλι με άλλο όνομα; Μήπως δεν είναι παράλογο να ισχυριστούμε πως η ζωή μας είναι ένα όνειρο; Όναρ γαρ έστι η ζωή.
Πατούσα μια γη άτρωτη και αναλλοίωτη, όπως ακριβώς ένιωθα και εγώ. Όπως είμαστε όλοι δηλαδή πάνω σε μια γη που μας γεννά χιλιάδες φορές και μας παίρνει χιλιάδες φορές στους κόλπους της. Γινόμαστε ένας μικρός ήλιος. Ένας μικρός ήλιος που κάθε δευτερόλεπτο ένα τμήμα του πεθαίνει για να ξαναζήσει μέσα από το ίδιο του το φως και την ενέργεια που αναπαράγει.
Δεν ενοχλούμαι από τη λέξη θνητός .Τα λέω μόνο και μόνο γιατί κατανοώντας τη θνητότητα μας γινόμαστε αθάνατοι ,γιατί μπορούμε να πεθαίνουμε κάθε στιγμή και να γεννιόμαστε μέσα από το λόγο του θανάτου μας. Η αδυναμία μας να συλλάβουμε το θάνατο σαν ζωή είναι που μας τοποθετεί στους θνητούς και αντίστροφα δοξάζει τους αθάνατους που ζουν πεθαίνοντας.
Δεν είναι αφορμή να μας θλίβει ούτε και λόγος να μας κάνει να νιώθουμε άσχημα. Κάθε φορά που κατανοούμε ότι κάθε στιγμή και κάθε μικρό δευτερόλεπτο της ζωής μας μπορεί να μας κάνει να βιώνουμε την αιωνιότητα και την απολαμβάνουμε σαν να ήταν το τελευταίο κομμάτι της ζωής μας. Ζούμε μέσα από όλα τα αποτυπώματα που αφήνουμε πάνω στο όν που μας περιβάλλει. Αυτό μπορεί να είναι μια καθημερινή εμπειρία είτε ο χώρος ο ίδιος είτε ο χρόνος. Ειδικά ο τελευταίος γίνεται κομμάτι δικό μας, συνιστώσα της συνείδησης μας και μας εξυψώνει σε αυτό που η θεϊκή φύση μάς μετουσιώνει. Είναι Εκείνο το δημιούργημα που κάνει τον αυτοσεβασμό και την αγάπη πυξίδα στα όνειρα και τις προσδοκίες μας.